Πρόκειται για την πιο συχνή ρήξη συνδέσμου στην άρθρωση του γόνατος. Συμβαίνει σε νέους
δραστήριους ανθρώπους όπως είναι οι αθλητές ως απότοκος τραυματισμού, μπορεί να είναι ατελής ή
πλήρης και να συνοδεύεται από βλάβες άλλων συνδέσμων, χόνδρου ή των μηνίσκων.
Ποιός είναι ο ρόλος του πρόσθιου χιαστού στο γόνατο;
Ο ρόλος των συνδέσμων σε μια άρθρωση είναι η συγκράτηση των οστών μεταξύ τους σε συνέργεια με
άλλα ανατομικά στοιχεία (στατικά ή δυναμικά). Η άρθρωση του γόνατος αποτελείται από 3 οστά,το
μηριαίο, την κνήμη και την επιγονατίδα τα οποία συγκρατούνται κυρίως με τέσσερις συνδέσμους, 2
πλάγιους (έσω και έξω) και 2 χιαστούς (πρόσθιο και οπίσθιο). Οι χιαστοί διασταυρώνονται μεταξύ τους
(μπροστά ο πρόσθιος και πίσω ο οπίσθιος) και συνδέουν το κάτω τμήμα του μηριαίου με το άνω τμήμα
της κνήμης. Προσθέτουν σταθερότητα στις στροφικές κινήσεις αλλά ο κύριος ρόλος τους είναι του μεν
πρόσθιου χιαστού να παρεμποδίζει την πρόσθια παρεκτόπιση της κνήμης σε σχέση με το μηριαίο και
του οπίσθιου την οπίσθια παρεκτόπισή της.
Με ποιόν μηχανισμό γίνεται η ρήξη του;
Ο τραυματισμός του γόνατος μπορεί να γίνει με άμεση πλήξη του ή χωρίς επαφή από απότομες
ασυντόνιστες κινήσεις του ίδιου του ασθενούς (non contact). Το 60-70% των ρήξεων του πρόσθιου
χιαστού συμβαίνουν με τον τελευταίο μηχανισμό και συγκεκριμένα από:
- Υπερέκταση του γόνατος
- Απότομη επιβράδυνση και αλλαγή κατεύθυνσης (στροφή) όπως κάνουν για παράδειγμα οι
ποδοσφαιριστές - Ανώμαλη πτώση με τα πόδια απο ύψος
Έχουν αναγνωριστεί διάφοροι παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με την ρήξη αυτού του
συνδέσμου-ενδογενείς και εξωγενείς. Στους ενδογενείς συμπεριλαμβάνονται το φύλο, συγκεκριμένα οι
γυναίκες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να υποστούν ρήξη πιθανώς λόγω ορμονών, ατομικές
ανατομικές και νευρομυικές ιδιαιτερότητες καθώς και προηγούμενο τραύμα του συνδέσμου. Στους
εξωγενείς παράγοντες ανήκουν ο καιρός (ο βροχερός ευνοεί τα ατυχήματα), τα υποδήματα του αθλητή
και η επιφάνεια πάνω στην οποία γίνεται το άθλημα.
Τι συμπτώματα εμφανίζει ο ασθενής;
Ο ασθενής μπορεί να αντιληφθεί την ρήξη με έναν ήχο σαν "κρακ" και με την εμφάνιση ξαφνικού
πόνου. Μέσα σε λίγες ώρες από τον τραυματισμό δημιουργείται οίδημα από συλλογή αίματος μέσα
στην άρθρωση (αίμαρθρο), η κάμψη και η έκταση του γονάτου περιορίζονται σημαντικά ενώ κατά την
κίνηση μπορεί να υπάρχει το αίσθημα πως το γόνατο δεν συγκρατεί το βάρος του ποδιού (αστάθεια).
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Μετά την λήψη του ιστορικού ακολουθεί η κλινική εξέταση κατά την οποία διενεργούνται ορισμένες
δοκιμασίες οι οποίες υποδεικνύουν την ρήξη του συνδέσμου (πχ δοκιμασία Lachlan). Οι απεικονιστικές
εξετάσεις που θα επιβεβαιώσουν την διάγνωση είναι η μαγνητική τομογραφία που μπορεί να
αναδείξει την παθολογία του συνδέσμου και παρακείμενων δομών που ενδεχομένως επίσης έχουν
υποστεί τραύμα ενώ με την ακτινογραφία γίνεται έλεγχος των οστών.
Πώς θεραπεύεται;
Η θεραπεία της ρήξης θεωρείται σημαντική για την διατήρηση της υγείας του γονάτου όχι μόνο γιατί
πρέπει να επανακτηθεί η λειτουργικότητα της άρθρωσης για να επιστρέψει άμεσα στις δραστηριότητες
του ο ασθενής αλλά και επειδή η αστάθεια του γόνατος μακροπρόθεσμα οδηγεί σε οστεοαρθρίτιδα. Η
επιλογή ανάμεσα στην συντηρητική ή την χειρουργική θεραπεία γίνεται με βάση το προφίλ του
πάσχοντος (ηλικία, βαθμός δραστηριότητας, αστάθεια ή όχι γονάτου, συνυπάρχοντες τραυματισμοί).
Γενικά η συντηρητική θεραπεία προτιμάται σε άτομα με χαμηλή δραστηριότητα που δεν εμφανίζουν
αστάθεια. Συνίσταται σε:
- Χρήση νάρθηκα και μείωση της φόρτισης του μέλους με χρήση πατερίτσας
- Φυσικοθεραπεία: Μετά τη μείωση του οιδήματος εφαρμόζεται ειδικό πρόγραμμα ασκήσεων
για ενδυνάμωση των μυών της περιοχής.
Επί αποτυχίας της συντηρητικής θεραπείας ή σε έναν ασθενή που θέλει να επιστρέψει γρήγορα στις
δραστηριότητές του πχ ένας αθλητής γίνεται χειρουργική επέμβαση που ονομάζεται
συνδεσμοπλαστική. Σε αυτήν χρησιμοποιούνται μοσχεύματα τα όποια αντικαθιστούν τον χιαστό.
Μπορεί να προέρχονται από τον ίδιο τον ασθενή (αυτομοσχεύματα) ή απο δότη (αλλομοσχεύματα)
μετά από επεξεργασία.
Τα αυτομοσχεύματα που χρησιμοποιούνται είναι τα εξής:
- Τενόντιο μόσχευμα ισχνού και ημιτενοντώδους μυός: Πρόκειται για μυς του μηρού των οποίων οι
τένοντες καταλήγουν στην έσω πλευρά του γόνατος. Από εκεί αφού γίνει η αφαίρεσή τους
τοποθετούνται ανάμεσα στο μηριαίο και την κνήμη και συγκρατούνται με ειδικές βίδες ή βελόνες. - Μόσχευμα επιγονατιδικού τένοντα: Σε αυτήν την περίπτωση χρησιμοποιείται μέρος του
επιγονατιδικού τένοντα μαζί με τμήμα οστού από την επιγονατίδα και την κνήμη (κνημιαίο κύρτωμα).
Τα οστά τοποθετούνται σε οπές που διανοίγονται στις θέσεις έκφυσης-κατάφυσης σε μηριαίο και
κνήμη του χιαστού και ανάμεσα τους ο επιγονατιδικός τένοντας υποκαθιστά τον χιαστό.
Η τοποθέτηση των μοσχευμάτων γίνεται αρθροσκοπικά δηλαδή με μια ελάχιστα επεμβατική μέθοδο
που περιλαμβάνει μικρές τομές και χρήση ειδικής κάμερας που δείχνει την άρθρωση σε μόνιτορ. Με
αυτήν τη μέθοδο ο μετεγχειρητικός πόνος ειναι λιγότερος και η ανάρρωση ταχύτερη.
Μετεγχειρητική ανάρρωση
Περιλαμβάνει 3 φάσεις: 1.Άμεση φάση ακριβώς μετά το χειρουργείο στην οποία στόχος είναι η μείωση
της φλεγμονής και η διατήρηση του εύρους κινήσεων της άρθρωσης. Παγοθεραπεία, προστατευτικός
νάρθηκας και παθητικές κινήσεις του γόνατος βοηθούν σε αυτή την κατεύθυνση.2.Φάση ανάρρωσης
(3-6 εβδομάδες) η οποία στοχεύει στην ενδυνάμωση των μυών του ποδιού και την σταθερότητα του
γόνατος και 3.Λειτουργική φάση κατά την οποία επιχειρείται η επαναφορά της λειτουργικότητας στα
επίπεδα προ τραυματισμού. Πλήρης ανάρρωση μπορεί να χρειαστεί έως και 6 μήνες.
Πηγές:
1.Raines BT, Naclerio E, Sherman SL. Management of Anterior Cruciate Ligament Injury: What's In and
What's Out?. Indian J Orthop. 2017;51(5):563‐575. doi:10.4103/ortho.IJOrtho_245_17
2.https://orthoinfo.aaos.org/en/diseases–conditions/anterior-cruciate-ligament-acl-injuries/
3.Spindler KP, Wright RW. Clinical practice. Anterior cruciate ligament tear. N Engl J Med.
2008;359(20):2135‐2142. doi:10.1056/NEJMcp0804745
4.Smith HC, Vacek P, Johnson RJ, et al. Risk factors for anterior cruciate ligament injury: a review of the
literature-part 2: hormonal, genetic, cognitive function, previous injury, and extrinsic risk factors. Sports
Health. 2012;4(2):155‐161. doi:10.1177/1941738111428282
5.Βιβλιο: Ορθοπαιδική χειρουργική Ιωάννης Πουρναρας